top of page

ΒΙΟΛΟΓΙΑ

Η μεσογειακή φώκια, Monachus monachus, είναι το πιο σπάνιο από τα 33 είδη φωκών που υπάρχουν στον κόσμο. Αποτελεί το υπ’αριθμόν 1 απειλούμενο θαλάσσιο θηλαστικό της Ευρώπης και συγκαταλέγεται στα πλέον απειλούμενα είδη του πλανήτη. Από τα 800 περίπου άτομα που έχουν απομείνει παγκοσμίως τα μισά ζουν και αναπαράγονται στη χώρα μας.

Μορφολογία

Η μεσογειακή φώκια είναι ένα από τα μεγαλύτερα είδη φωκών που υπάρχουν στον κόσμο. Φτάνει σε μήκος τα 2,8 μέτρα και το βάρος της μπορεί να ξεπεράσει τα 300 κιλά. Το σχήμα του σώματός της είναι ατρακτοειδές, ώστε να διευκολύνεται η κίνησή της μέσα στο νερό. Για τον ίδιο λόγο τα άκρα της έχουν σχήμα πτερυγίων. Δεν έχει εξωτερικά αυτιά, αλλά μικρές ακουστικές οπές και έχει μακριά μουστάκια που χρησιμεύουν ως αισθητήρια όργανα. Το δέρμα της καλύπτεται από κοντό τρίχωμα μήκους περίπου μισού εκατοστού με πιο συνηθισμένα χρώματα το μαύρο, το σκούρο καφέ ή γκρίζο στην πλάτη, ενώ στην κοιλιά το ανοικτό γκρίζο. Συχνά, τα ζώα έχουν εμφανή εξωτερικά σημάδια από γρατσουνιές και δαγκωματιές, τα οποία χρησιμοποιούνται στην αναγνώριση των διαφορετικών ατόμων ενός πληθυσμού.

Μεταξύ των αρσενικών και των θηλυκών ατόμων του είδους υπάρχουν χαρακτηριστικές μορφολογικές διαφορές. Τα ενήλικα αρσενικά είναι κατά μέσον όρο λίγο μεγαλύτερα και βαρύτερα από τα αντίστοιχα θηλυκά. Εκτός από το μέγεθος, διαφορές μεταξύ των δύο φύλων εντοπίζονται και στον χρωματισμό του τριχώματος. Τα θηλυκά εμφανίζουν χρωματισμούς που ποικίλλουν μεταξύ του καφέ - μπεζ και γκρι - ασημί με πιο ανοιχτόχρωμες κοιλιές. Τα αρσενικά είναι σκούρα γκρι ή μαύρα με μια ευδιάκριτη άσπρη κηλίδα στην κοιλιά. Τα νεογέννητα άτομα έχουν μήκος περίπου 1 μέτρο και ζυγίζουν γύρω στα 15 - 18 κιλά. Το δέρμα τους καλύπτεται από μακρύ τρίχωμα μήκους 1 – 1,5 εκατοστών, χρώματος σκούρου καφέ έως μαύρου. Στην κοιλιά υπάρχει μια λευκή ευμεγέθης περιοχή, της οποίας το σχήμα διαφέρει χαρακτηριστικά σε κάθε άτομο αλλά και μεταξύ των δύο φύλων. Το είδος μπορεί να ζήσει έως και 30 χρόνια.

Αναπαραγωγή

Η θηλυκή μεσογειακή φώκια είναι αναπαραγωγικά ώριμη από την ηλικία των 3 - 4 ετών και η αρσενική από την ηλικία των 5 - 6 ετών περίπου. Η μεσογειακή φώκια ζευγαρώνει μέσα στο νερό και η περίοδος κύησης διαρκεί περίπου 10 μήνες. Το θηλυκό γεννά ένα μικρό κάθε χρόνο, πάντα στην ξηρά, μέσα σε σκοτεινές, καλά προφυλαγμένες θαλασσινές σπηλιές. Η περίοδος των γεννήσεων στην Ελλάδα εκτείνεται από τον Αύγουστο έως και τον Δεκέμβριο, με τον μεγαλύτερο αριθμό γεννήσεων να καταγράφεται τον Οκτώβριο. Η γαλουχία διαρκεί 3 – 4 μήνες. Κατά τη διάρκεια της γαλουχίας και σε αντίθεση με πολλά είδη φώκιας, η μητέρα αφήνει το μικρό της μόνο του για κάποιες ώρες κατά τη διάρκεια της ημέρας, προς αναζήτηση τροφής. Στη μεσογειακή φώκια παρατηρείται ένας μέτριος βαθμός πολυγυνισμού, όπου ένα ενήλικο αρσενικό ζευγαρώνει με περισσότερα από ένα θηλυκά.

Θαλάσσια και χερσαία ενδιαιτήματα

Η μεσογειακή φώκια ζει στο θαλάσσιο περιβάλλον πολύ περισσότερο από ότι στο χερσαίο, ψάχνοντας κυρίως για τροφή. Πρόσφατα επιστημονικά δεδομένα έδειξαν πως ένα μεγάλο ποσοστό της τροφής της αποτελούν τα χταπόδια. Οι μεσογειακές φώκιες έχουν την ικανότητα να καλύψουν σημαντικές αποστάσεις μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα (π.χ., πάνω από 150 ναυτικά μίλια σε 3 μήνες), ενώ μπορούν να καταδυθούν σε βάθος 200 μέτρων από την ηλικία λίγων μόλις μηνών. Πριν καταδυθεί μια φώκια εκπνέει τον αέρα από τους πνεύμονές της και κλείνει τα ρουθούνια της, ώστε να μην μπορεί να εισχωρήσει νερό. Κατά τη διάρκεια της κατάδυσης οι παλμοί της καρδιάς της μειώνονται έως και στο 1/20, ενώ παράλληλα περιορίζεται η κυκλοφορία του αίματος σε όργανα που δεν είναι απολύτως αναγκαία. Μέσα στο νερό, οι μεσογειακές φώκιες βλέπουν καλά, ακόμη και με λιγοστό φως, ενώ έξω από το νερό βλέπουν θολά. Για να βρίσκουν την τροφή τους, εκτός από την όραση, χρησιμοποιούν και τα μουστάκια τους, που είναι πολύ ευαίσθητα όργανα και μπορούν να ανιχνεύσουν και την παραμικρή δόνηση μέσα στο νερό. Η ακοή τους είναι οξεία και μπορούν να ακούσουν πολύ υψηλότερης συχνότητας ήχους από ότι ο άνθρωπος. Η όσφρησή τους είναι αρκετά καλή και παίζει πολύ σημαντικό ρόλο στην αναγνώριση των μικρών από τις μητέρες.

Η φυσιολογική θερμοκρασία του σώματος μιας φώκιας είναι περίπου 38οC. Κάτω από το δέρμα τους υπάρχει ένα παχύ στρώμα λίπους που λειτουργεί ως μονωτικό, κρατώντας έτσι την εσωτερική θερμοκρασία του σώματος, μέσα και έξω από το νερό, σταθερή.

Οι μεσογειακές φώκιες, όπως εξάλλου και το σύνολο των φωκών, αν και περνούν το μεγαλύτερο μέρος της ζωής τους στο νερό, χρησιμοποιούν απαραίτητα και χερσαία ενδιαιτήματα για ανάπαυση, αλλά κυρίως για να γεννήσουν και να γαλουχήσουν τα μικρά τους. Οι μεσογειακές φώκιες χρησιμοποιούν ως χερσαία ενδιαιτήματα καλά προφυλαγμένες παράκτιες θαλασσινές σπηλιές που βρίσκονται σε δυσπρόσιτες παράκτιες ή νησιωτικές τοποθεσίες. Οι σπηλιές αυτές, που μπορεί να έχουν μία ή και περισσότερες εισόδους πάνω ή και κάτω από την επιφάνεια του νερού, έχουν ως κοινό χαρακτηριστικό, ότι καταλήγουν σε παραλία με άμμο, βότσαλα ή επίπεδο βράχο. Σύμφωνα με τα υπάρχοντα στοιχεία οι μεσογειακές φώκιες παραμένουν μέσα στις σπηλιές κυρίως τη νύχτα, ενώ τον χειμώνα ο χρόνος παραμονής τους στις σπηλιές αυξάνεται. Κατά τους πρώτους μήνες της ζωής τους, τα μικρά φωκάκια περνούν σχεδόν όλη την ημέρα στην παραλία ή στο νερό μέσα στη σπηλιά. Η ύπαρξη κατάλληλων χερσαίων ενδιαιτημάτων αναπαραγωγής σε μια περιοχή θεωρείται παράγοντας πολύ μεγάλης σημασίας, καθώς από ότι φαίνεται τα καταφύγια αυτά είναι απολύτως απαραίτητα για την αναπαραγωγή άρα και την επιβίωση του είδους.

bottom of page